Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

visit

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός        πληθυντικός  
visitvisits

visit(en)

  • ηεπίσκεψη
     during my firstvisit to London - κατά την πρώτη μουεπίσκεψη στο Λονδίνο
ενεστώταςvisit
γ΄ ενικό ενεστώταvisits
αόριστοςvisited
παθητική μετοχήvisited
ενεργητική μετοχήvisiting

visit(en)

  1. (μεταβατικό)επισκέπτομαι, πάω να δω ένα άτομο ή ένα μέρος για ένα χρονικό διάστημα
     Visit Greece!
    Επισκεφθείτε την Ελλάδα!
     In the summer,we willvisit our cousins in Greece.
    Το καλοκαίρι θαεπισκεφτούμε τα ξαδέρφια μας στην Ελλάδα.
     I havevisited three European countries so far.
    Έχωεπισκεφτεί τρεις ευρωπαϊκές χώρες μέχρι στιγμής.
  2. (μεταβατικό)επισκέπτομαι, κάνω μια επίσημη επίσκεψη σε κάποιον, για παράδειγμα για να κάνω ελέγχους ή να δώσω συμβουλές
     In addition to his visit to Belgium and Italy, the prime minister will alsovisit France in between.
    Εκτός από την επίσκεψή του στο Βέλγιο και την Ιταλία, ο πρωθυπουργός θαεπισκεφθεί ενδιάμεσα και τη Γαλλία.
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=visit&oldid=6718024"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp