Movatterモバイル変換
[0]
ホーム
URL:
画像なし
夜間モード
Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Ειδικές σελίδες
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Αγγλικά
(en)
Εναλλαγή Αγγλικά
(en)
υποενότητας
1.1
Προφορά
1.2
Επίθετο
1.3
Πηγές
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
tough
41 γλώσσες
العربية
Asturianu
বাংলা
Català
Čeština
Cymraeg
Deutsch
English
Español
Eesti
فارسی
Suomi
Français
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
ລາວ
Malagasy
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Norsk
Oromoo
Polski
Português
Русский
Simple English
Gagana Samoa
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
ไทย
Tagalog
اردو
Tiếng Việt
中文
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
παραθετικά
θετικός
tough
συγκριτικός
tougher
υπερθετικός
toughest
Προφορά
[
επεξεργασία
]
ΔΦΑ
: /
tʌf
/
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
tough
(en)
σκληρός
,
δύσκολος
, που έχει ή προκαλεί προβλήματα ή δυσκολίες
⮡
Life is really
tough
.
Η ζωή είναι πολύ
σκληρή
.
⮡
It’s
tough
emigrating.
Είναι
σκληρό
να ξενιτεύεσαι.
⮡
I am go through
tough
times.
Περνάω
δύσκολες
ώρες.
⮡
The competition is very
tough
.
Ο ανταγωνισμός είναι πολύ
σκληρός
.
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη
λέξη
difficult
αυστηρός
,
σκληρός
, που απαιτεί την τήρηση συγκεκριμένων κανόνων και δείχνει έλλειψη συμπάθειας για προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει αυτό
⮡
You are too
tough
with him.
Παραείσαι
αυστηρός
μαζί του.
⮡
tough
measures
-
σκληρά
μέτρα
⮡
tough
criticism
-
σκληρή
κριτική
⮡
The government took a
tough
stance on the issue of the strike.
Η κυβέρνηση κράτησε
σκληρή
στάση στο θέμα της απεργίας.
≈
συνώνυμα
:
strict
σκληρός
, που είναι αρκετά δυνατός για να αντιμετωπίσει με επιτυχία δύσκολες καταστάσεις
⮡
a
tough
man
-
σκληρός
άντρας
⮡
He is very
tough
and can stand pain.
Είναι πολύ
σκληρός
στον πόνο.
⮡
He is a
tough
negotiator.
Είναι
σκληρός
διαπραγματευτής.
⮡
He usually plays the
tough guy
roles.
Παίζει συνήθως ρόλους
σκληρών
.
σκληρός
, που δύσκολα κόβεται ή δαγκώνεται
⮡
The meat is still very
tough
.
Το κρέας είναι ακόμα πολύ
σκληρό
.
Πηγές
[
επεξεργασία
]
tough
-
Oxford Learner's Dictionaries
Ανακτήθηκε από "
https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=tough&oldid=6647209
"
Κατηγορίες
:
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
Αγγλική γλώσσα
Επίθετα (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
tough
41 γλώσσες
Προσθήκη θέματος
[8]
ページ先頭
©2009-2025
Movatter.jp