Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

smooth

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Επίθετο

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικόςsmooth
συγκριτικόςsmoother
υπερθετικόςsmoothest

smooth(en)

  1. λείος
  2. ομαλός στη λειτουργία του

Συγγενικά

[επεξεργασία]
ενεστώταςsmooth
γ΄ ενικό ενεστώταsmooths
αόριστοςsmoothed
παθητική μετοχήsmoothed
ενεργητική μετοχήsmoothing

smooth(en)

  • (συνήθως μεback,down ήout)λειαίνω,στρώνω, κάνω κάτι λείο, στρωτό
     He rubs the rough surface of the marble tosmooth itdown.
    Tρίβει την τραχιά επιφάνεια του μαρμάρου για να τηλειάνει.
     Smooth your hairback.
    Στρώσε τα μαλλιά σου.
     Smooth your dressout.
    Στρώσε το φόρεμά σου.

Παράγωγα

[επεξεργασία]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=smooth&oldid=6582870"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp