Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

session

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
      ενικός        πληθυντικός  
sessionsessions

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
session <παλαιά γαλλικήsession

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

session(en)

  1. ησυνεδρίαση
    παράδειγμα Day trading involves opening and closing a position within the same marketsession.
    Η διαπραγμάτευση ημέρας περιλαμβάνει το άνοιγμα και το κλείσιμο μιας θέσης εντός της ίδιαςσυνεδρίασης της αγοράς.
  2. (πληροφορική) ησυνεδρία[1],σύνοδος[1]

Υπώνυμα

[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • session στην αγγλική ΒικιπαίδειαΛήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. 12από αναζήτηση «session» στηΒάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τονΟΤΕ, τονΕΛΟΤ και τονΕΛΕΤΟ.



Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
session <παλαιά γαλλικήsession

Προφορά

[επεξεργασία]
  (βοήθεια·αρχείο)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός        πληθυντικός  
sessionsessions

session(fr)θηλυκό

  1. η διάρκεια μιαςσυνεδρίασης, μιαςσυνόδου, ενόςέργου, κλπ
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=session&oldid=7171919"
Κατηγορίες:
Κρυμμένη κατηγορία:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp