excuse
Εργαλεία
Ενέργειες
Γενικά
Εκτύπωση/εξαγωγή
Σε άλλα εγχειρήματα
ενικός | πληθυντικός |
excuse | excuses |
excuse(en)
ενεστώτας | excuse |
γ΄ ενικό ενεστώτα | excuses |
αόριστος | excused |
παθητική μετοχή | excused |
ενεργητική μετοχή | excusing |
excuse(en)
ενικός | πληθυντικός |
excuse | excuses |
excuse(fr)θηλυκό