Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

damage

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός        πληθυντικός  
damagedamages

damage(en)

  1. (μημετρήσιμο) ηζημιά, ηβλάβη
     The storm did greatdamage to the crops.
    Η θύελλα έκανε μεγάληζημιά στις καλλιέργειες.
     The car has seriousdamage.
    Το αυτοκίνητο έχει σοβαρήζημιά.
  2. (μόνο πληθυντικός) ηαποζημίωση
     He filed a claim fordamages.
    Υπέβαλε αξίωση γιααποζημίωση.
     συνώνυμα:compensation
ενεστώταςdamage
γ΄ ενικό ενεστώταdamages
αόριστοςdamaged
παθητική μετοχήdamaged
ενεργητική μετοχήdamaging

damage(en)

  • χαλάω,καταστρέφω,ζημιώνω, προκαλώ ζημιά ή βλάβη
     damaged goods -χαλασμένα εμπορεύματα
     Don’t pound the door, becauseyou willdamage it.
    Μην τη χτυπάς την πόρτα, γιατί θα τηχαλάσεις.
     That willdamage the crops.
     fruitdamaged by insects - φρούτακαταστραμμένα από έντομα
    Αυτό θακαταστρέψει/ζημιώσει τα σπαρτά.
     The haildamaged the crops.
    Το χαλάζιέκανε ζημία στα σπαρτά.



Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

damage(fr)αρσενικό

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=damage&oldid=7011626"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp