Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

armour

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

armour(en)(βρετανική γραφή)(ΗΒ) καιarmor(ΗΠΑ)

  1. (μημετρήσιμο) ηπανοπλία
     The knight wore a heavy ironsuit of armor./The knight wore heavy ironarmor.
    Ο ιππότης φορούσε μια βαριά σιδερένιαπανοπλία.
  2. (μετρήσιμο)τεθωρακισμένο,τανκ
  3. (μημετρήσιμο) μονάδατεθωρακισμένων
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=armour&oldid=7018499"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp