Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

προσπαθώ

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης:προσπαθῶ

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προσπαθώ <(διαχρονικό δάνειο)ελληνιστική κοινήπροσπαθῶ (προσπαθέω) <προσπαθής <πρός +αρχαία ελληνικήπάθος <πάσχω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pɾo.spaˈθo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: προσπαθώ
παλιότερος συλλαβισμός: προσπαθώ

προσπαθώ,αόρ.:προσπάθησα,παθ.φωνή:προσπαθιέμαι,π.αόρ.:προσπαθήθηκα,μτχ.π.π.:προσπαθημένος

  1. ενεργώ μεκάθετρόπο, ώστε ναπετύχω κάτι
  2. αποπειρώμαι

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
   Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι
πρόσωπαΕνεστώταςΠαρατατικόςΕξ. Μέλλ.ΥποτακτικήΠροστακτικήΜετοχή
α' ενικ.προσπαθώπροσπαθούσαθα προσπαθώνα προσπαθώπροσπαθώντας
β' ενικ.προσπαθείςπροσπαθούσεςθα προσπαθείςνα προσπαθείς(προσπάθει)
γ' ενικ.προσπαθείπροσπαθούσεθα προσπαθείνα προσπαθεί
α' πληθ.προσπαθούμεπροσπαθούσαμεθα προσπαθούμενα προσπαθούμε
β' πληθ.προσπαθείτεπροσπαθούσατεθα προσπαθείτενα προσπαθείτεπροσπαθείτε
γ' πληθ.προσπαθούν(ε)προσπαθούσαν(ε)θα προσπαθούν(ε)να προσπαθούν(ε)
Συνοπτικοί χρόνοι
πρόσωπαΑόριστοςΣυνοπτ. Μέλλ.ΥποτακτικήΠροστακτικήΑπαρέμφατο
α' ενικ.προσπάθησαθα προσπαθήσωνα προσπαθήσωπροσπαθήσει
β' ενικ.προσπάθησεςθα προσπαθήσειςνα προσπαθήσειςπροσπάθησε
γ' ενικ.προσπάθησεθα προσπαθήσεινα προσπαθήσει
α' πληθ.προσπαθήσαμεθα προσπαθήσουμενα προσπαθήσουμε
β' πληθ.προσπαθήσατεθα προσπαθήσετενα προσπαθήσετεπροσπαθήστε
γ' πληθ.προσπάθησαν
προσπαθήσαν(ε)
θα προσπαθήσουν(ε)να προσπαθήσουν(ε)
Συντελεσμένοι χρόνοι
πρόσωπαΠαρακείμενοςΥπερσυντέλικοςΣυντελ. Μέλλ.ΥποτακτικήΠροστακτική
α' ενικ.έχω προσπαθήσειείχα προσπαθήσειθα έχω προσπαθήσεινα έχω προσπαθήσει
β' ενικ.έχεις προσπαθήσειείχες προσπαθήσειθα έχεις προσπαθήσεινα έχεις προσπαθήσει
γ' ενικ.έχει προσπαθήσειείχε προσπαθήσειθα έχει προσπαθήσεινα έχει προσπαθήσει
α' πληθ.έχουμε προσπαθήσειείχαμε προσπαθήσειθα έχουμε προσπαθήσεινα έχουμε προσπαθήσει
β' πληθ.έχετε προσπαθήσειείχατε προσπαθήσειθα έχετε προσπαθήσεινα έχετε προσπαθήσει
γ' πληθ.έχουν προσπαθήσειείχαν προσπαθήσειθα έχουν προσπαθήσεινα έχουν προσπαθήσει


Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=προσπαθώ&oldid=6590118"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp