Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

πλώρη

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις      ενικός        πληθυντικός  
ονομαστικήηπλώρηοιπλώρες
      γενικήτηςπλώρηςτωνπλωρών
    αιτιατικήτηνπλώρητιςπλώρες
     κλητικήπλώρηπλώρες
Κατηγορία όπως «νίκη» -Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πλώρη <(κληρονομημένο)μεσαιωνική ελληνικήπλώρ(α) +θηλυκό, κατά τοπρύμη[1] <αρχαία ελληνικήπρῷρα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈplo.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πλώρη

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πλώρηθηλυκό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
πλώρη τύπου θωρηκτού

Παροιμίες

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πλώρη&oldid=5506231"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp