Movatterモバイル変換


[0]ホーム

URL:


Μετάβαση στο περιεχόμενο
Βικιλεξικό
Αναζήτηση

δουλειά

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης:δουλεία

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις      ενικός        πληθυντικός  
ονομαστικήηδουλειάοιδουλειές
      γενικήτηςδουλειάςτωνδουλειών
    αιτιατικήτηδουλειάτιςδουλειές
     κλητικήδουλειάδουλειές
Οι καταλήξεις προφέρονται μεσυνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» -Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δουλειά <(κληρονομημένο)μεσαιωνική ελληνικήδουλειά <ελληνιστική κοινήδουλεία <αρχαία ελληνικήδουλεία <δουλεύω <δοῦλος.Συγκρίνετε με τοδουλεία.

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ðuˈʎa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δουλειά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δουλειάθηλυκό

  1. η ενέργεια τουδουλεύω, ηεργασία
    παράδειγμα Με σκληρήδουλειά πέτυχε ό,τι πέτυχε στη ζωή του.
  2. ηεργασία, τοεπάγγελμα
    παράδειγμα Τιδουλειά κάνεις;
  3. ηεργασία, ο τόπος ή ο φορέας (εταιρεία,οργανισμός,επιχείρηση,κατάστημα,συνεργείο) στον οποίο κάποιος εργάζεται
    παράδειγμα Πηγαίνω στηδουλειά μου με το λεωφορείο.
  4. πληθυντικός δείτε δουλειές η οικονομική-επιχειρηματική συνεργασία καιδοσοληψία
    παράδειγμα Η εταιρεία του κάνειδουλειές με τους Γερμανούς.
  5. το προϊόν της (πνευματικής και καλλιτεχνικής κυρίως) εργασίας
    παράδειγμα Ο γνωστός ζωγράφος θα παρουσιάσει στη γκαλερί τάδε την καινούρια τουδουλειά.
  6. ηανάμειξη κάποιου σε μια υπόθεση, ο ρόλος που μπορεί να παίξει σ' αυτήν
    παράδειγμα Τιδουλειά έχεις εσύ μ' αυτόν τον παλιάνθρωπο; (γιατί σχετίζεσαι μαζί του;)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • δουλειές με φούντες: προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα
  • ανοίγωδουλειές: προσθέτω νέες υποχρεώσεις
  • ξέρω την δουλειά μου: ξέρω τι κάνω
  • τι δουλειά έχεις εδώ;: τι θες εδώ;
  • κοιτάω τη δουλειά μου:: δεν ασχολούμαι με πράγματα που δεν με αφορούν· δεν με νοιάζει τι γίνεται αλλού

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]

 Αντίστροφο λεξικό του Βικιλεξικού:
  Πατώνταςεδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που λήγουν σε «-δουλειά»

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δουλειάθηλυκό

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δουλειά&oldid=7272180"
Κατηγορίες:

[8]ページ先頭

©2009-2025 Movatter.jp