ΤοToyota Supra (ιαπωνικά トヨタ・スープラ ή Toyota Sūpura) είναι ένα σποραυτοκίνητο που κατασκευάζεται από τηνιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανίαToyota, από τον Απρίλιο του 1978 έως τον Αύγουστο του 2002, σε 4 γενιές, και από τον Μάρτιο του 2019 μπήκε στημαζική παραγωγή η 5η γενιά του και κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2019.[1] Οι πρώτες 2 γενιές του, κυκλοφόρησαν ωςCelica Supra, αποτελώντας μέρος της παλέτας τουToyota Celica, αλλά μακρύτερες και φαρδύτερες.[2] Ξεκινώντας από τα μέσα του 1986, οι 3 επόμενες γενιές του κυκλοφόρησαν ως ξεχωριστό μοντέλο.[3]
Η πρώτη γενιά της Supra (ΜΑ40) κυκλοφόρησε από το 1978 έως το 1981. Ημαζική παραγωγή της ξεκίνησε στηνΙαπωνία τον Απρίλιο του 1978, αρχικά μόνο για την εγχώρια αγορά, όπου ήταν γνωστή ωςToyota Celica XX. Βασισμένο στηνToyota Celica της τότε εποχής, αποτέλεσε την κορυφαία έκδοση αυτού του μοντέλου και παρέμεινε στην παραγωγή έως τον Ιούνιο του 1981.
Το πίσω μέρος της πρώτης γενιάς της Supra.
Τον Ιανουάριο του 1979, άρχισε να διατίθεται και στιςΗΠΑ, όπου η επίσημη ονομασία του μοντέλου ήτανToyota Celica XX Supra. Μόλις λίγους μήνες μετά, το καλοκαίρι του 1979, αναγκάστηκε να υιοθετήσει στη χώρα αυτή ένα ταχύμετρο με μέγιστη ένδειξη τα 85 μίλια την ώρα (137 χιλιόμετρα την ώρα), λόγω μιας σχετικής διάταξης που επιβλήθηκε τότε (ξεκινώντας από τη σεζόν / model year του 1980, μόνο στις ΗΠΑ και, αντιθέτως, ποτέ στονΚαναδά, όπου είχε αρχίσει ήδη από τα μέσα τηςδεκαετίας του 1970 να καθιερώνεται τομετρικό σύστημα) και για μερικά χρόνια σε όλα τα μοντέλα που κυκλοφορούσαν στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών. Η γενιά ΜΑ40 δεν διατέθηκε στηνΕυρώπη, ούτε γενικότερα σε καμία άλλη αγορά εκτόςΙαπωνίας καιΗΠΑ.
Κυκλοφόρησε με δύοκινητήρεςβενζίνης: έναν 4-κύλινδρο 2.0 λίτρων, μεισχύ 125 ίππων και έναν 6-κύλινδρο 2.5 λίτρων με ισχύ 140 ίππους. Και οι δύο, υπήρξαν οι πρώτοι κινητήρες τηςToyota που είχαν ηλεκτρονικόψεκασμό καυσίμου (injection).
Συνδυάζονταν με 5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο (W50) ή με προαιρετικό 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο (A40D). Και τα δύο κιβώτια διέθεταν μία σχέση overdrive. Στο 5-τάχυτο μηχανικό, η overdrive ήταν η 5-η, ενώ το 4-τάχυτο αυτόματο έφερε μία overdrive που μπορούσε να ενεργοποιηθεί σε ταχύτητες άνω των 35 μιλίων την ώρα (56 χλμ. την ώρα).
Η αρχική Supra είναι σήμερα ένα σπάνιο μοντέλο, που δεν βρίσκεται εύκολα, ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Θεωρείται άκρως συλλεκτικό αυτοκίνητο, με υψηλό κόστος για τους υποψήφιους συλλέκτες αυτοκινήτων, καθώς μάλιστα ήταν και το πρώτο μοντέλο που εισήγαγε την θρυλική ονομασία Supra.
Το πίσω μέρος της δεύτερης γενιάς της Supra. Εδώ ένα μοντέλο της σεζόν του 1986.
Η παραγωγή της δεύτερης γενιάς της Supra (ΜΑ61) ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 1981 και κυκλοφόρησε το διάστημα 1982 - 1985, αυτή τη φορά και στηνΕυρώπη. Όπως και το προηγούμενο μοντέλο, έτσι και η δεύτερη Supra βασιζόταν στηνCelica της τότε εποχής. Οι κινητήρες ήταν δύο 6-κύλινδροι 2.8 λίτρων, μεισχύ 140 ίππους (5M-E) και 170 ίππους (5M-GE) αντίστοιχα. Κυκλοφόρησαν επίσης και άλλες εκδόσεις στιςΗΠΑ και τηνΙαπωνία. Όλα τα μοντέλα ήταν εφοδιασμένα με υδραυλικό τιμόνι, αεριζόμεναδισκόφρενα καιμπλοκέ διαφορικό. Αρκετές εκδόσεις, επίσης, σε όλα τα κράτη όλων των ηπείρων, προσέφεραν ψηφιακό πίνακα οργάνων και υπολογιστή ταξιδιού.
Το 1984, το τιμόνι, οι διακόπτες ασφαλείας στις πόρτες και ο μοχλός του cruise control επανασχεδιάστηκαν. Στα μοντέλα που κυκλοφορούσαν στις ΗΠΑ, το ταχύμετρο των 85 μιλίων την ώρα (137 χλμ. την ώρα) που είχε επιβληθεί, λόγω ενός βραχύβιου νόμου, το καλοκαίρι του 1979, αντικαταστάθηκε από ένα νέο, με μέγιστη ένδειξη τα 130 μίλια την ώρα (209 χιλιόμετρα την ώρα) και οι ενδείξεις του ελέγχου του αυτόματου κλιματισμού επίσης άλλαξαν. Ταυτόχρονα, το προαιρετικό εν έτει 1983ραδιο-κασετόφωνο με equalizer έγινε στάνταρ.
ΗToyota προετοίμασε την Supra τρίτης γενιάς ως ένα πραγματικό GT sport car, με ότι αυτό συνεπάγεται. Βασικός σκοπός του πρότζεκτ, ήταν η δημιουργία ενός μοντέλου εμφανώς καλύτερου σε κάθε τομέα, και ειδικά στηνισχύ, στηνεπιτάχυνση και στην τελικήταχύτητα. Παράλληλα όμως, θα προσέφερε άνεση και πολυτέλεια, καθώς θα υποστηριζόταν από νέο τεχνολογικό εξοπλισμό, μοναδικό για την Supra και αρκετά μπροστά από την εποχή του.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες γενιές, η τρίτη γενιά της Supra (ΜΑ70/ΜΑ71) δεν θα βασιζόταν πλέον στο σασί της Celica. Αιτία για αυτή την αλλαγή, ήταν η νέα και μπροστοκίνητη πλατφόρμα, στην οποία βασίστηκε η Celica από τον Αύγουστο του 1985, σε αντίθεση με την καινούρια Supra, που βασίστηκε σε μια νέα πισωκίνητη πλατφόρμα. Ως αποτέλεσμα, τα δύο μοντέλα έγιναν πλέον ανεξάρτητα. Με την τρίτη γενιά, η Toyota ανέφερε ότι η πραγματική δυναστεία της Supra είχε μόλις ξεκινήσει, με το διαφημιστικό σλόγκαν «The Supra dynasty begins».
Στα μέσα του 1986, η Toyota ήταν πλέον έτοιμη να κυκλοφορήσει στην αγορά την νέα γενιά της Supra. Επειδή η σεζόν (model year) είχε πλέον προχωρήσει αρκετά όταν άρχισε να διατίθεται στην αγορά, καθώς καθυστέρησε η παραγωγή της νέας γενιάς, τελικώς κυκλοφόρησε ως «μοντέλο 1986,5» διότι μπήκε στημαζική παραγωγή στα μέσα Μαΐου του 1986 και αρχικά μόνο με κινητήρα ατμοσφαιρικής έκδοσης.
Ο νέος 6-κυλινδροςκινητήρας της 3ης γενιάς, με κωδικό 7M-GE, ήταν μια αναβαθμισμένη έκδοση από το 2.8 λίτρων 6Μ-GE των 170 hp του προηγούμενου μοντέλου και απέδιδε 200 hp στο νέο 3.0 λίτρων μοτέρ με την καινούρια σε σχεδιασμό twin cam 24-βάλβιδη κεφαλή. Νέο επίτευγμα για την εποχή, ήταν η χρήση του συστήματος CIS (Acoustic Controlled Induction System), το οποίο αποτελούνταν από αισθητήρες μέσα στην εισαγωγή, ώστε να ελέγχεται η ροή του εισερχόμενου αέρα με παλμούς για να επιτευχθεί η μέγιστη απόδοση στη δύναμη σε όλο το φάσμα στροφών του κινητήρα. Από τη σεζόν (model year) του 1987, άρχισε να προσφέρεται και μία turbo έκδοση του ίδιου κινητήρα, αλλά με κωδικό 7Μ-GTE, ο οποίος είχε αναβαθμιστεί με υπερτροφοδότηση. Το CT26 turbo έδινε μέγιστη πίεση 0,48 bar (6,8 psi) και με την βοήθεια ενός air to air Intercooler έφτασε τηνισχύ από τα 200 hp στα 230 hp και τηνροπή από τα 27 kgm στα 34 kgm.
Από το 1989, με την χρήση ενός νέου στρόφαλου από την Τoyota, αναβαθμίστηκε ηισχύς κατά 2 ίππους και λίγο επίσης ηροπή. Το μεγάλο επίτευγμα ήταν ότι η μέγιστη ροπή των 35 Kgm η οποία έβγαινε στις 3.200 rpm, έγινε κατά 80% διαθέσιμη από τις 1.800 rpm μέχρι τον κόφτη των στροφών στις 6.500 rpm. Αυτό το μηχανικό «πακέτο» στο σύνολό του, κατάφερνε να επιταχύνει το βαρύ όχημα των 1.600+ κιλών από στάση στα 100 km/h σε μόλις 6,5 sec και να φτάνει το 1/4 του μιλίου σε 14,9 sec. Η τελικήταχύτητα της έκδοσης turbo έφτανε τα 265 km/h, δηλαδή 30 km/h παραπάνω από την ατμοσφαιρική έκδοση με τον κινητήρα 7M-GE. Το 1988 κυκλοφόρησε στην αγορά μια ειδική έκδοση με κινητήρα 7Μ-GTEU και 270 ίππους στην έκδοση Supra turbo A. Διατέθηκε αποκλειστικά σε μαύρη εξωτερική βαφή και με ακόμα πιο σκληρέςαναρτήσεις, ώστε να θυμίζει την αγωνιστική έκδοση που είχε ρίξει η Τoyota σε αγώνες. Αυτή η ειδική έκδοση της Supra ήταν περιορισμένης παραγωγής και μάλιστα εκείνη την χρονιά ήταν το πιο δυνατό μοτέρ στηνΙαπωνία. Το ξεπέρασε την επόμενη χρονιά τοNissan Skyline GTR R33 με ισχύ 280 hp.
ΣτηνΙαπωνία υπήρξαν επίσης καικινητήρες 2.0 λίτρων twin-turbo I6, ισχύος 205 ίππων, και 2.5 λίτρων twin-turbo Ι6 ισχύος 280 ίππων, αλλά ήταν μόνο για την εσωτερική αγορά της Ιαπωνίας. Η έκδοση της Supra JZA70 με τον κινητήρα 1JZ-GTE bi-turbo έδωσε τις καλύτερες επιδόσεις στα χρονικά, μεεπιτάχυνση 0-100 km/h σε κάτω από 6 δευτερόλεπτα, μόλις στα 5,8 δευτερόλεπτα, και το 400-άρι σχεδόν στα 14 δευτερόλεπτα. Ο κινητήρας 1JZ ήταν η αρχή της δημιουργίας ενός «αλεξισφαιρου» συνόλου και απίστευτης αντοχής, καθώς ήταν η βάση δημιουργίας του 2JZ που αργότερα τοποθετήθηκε στο Supra 4ης γενιάς, αλλά και σε κάποια λίγα Supra 3ης γενιάς μετα-παραγωγής, του 1993, στην Ιαπωνία για δοκιμές.
Ωστόσο, οι κινητήρες με turbo εμφάνισαν κάποια τεχνικά προβλήματα λόγω της συχνά ελαττωματικής φλάντζας κυλινδροκεφαλής και, κατά συνέπεια, δεν ήταν ιδιαίτερα σταθεροί και αξιόπιστοι. Πολλοί ιδιοκτήτες των μοντέλων με turbo είχαν αντιμετωπίσει προβλήματα στον κινητήρα και ιδίως στις σφραγίδες των κυλίνδρων, μέχρι και ζημιά στον κινητήρα λόγω υπερθέρμανσης.
Toyota Supra τρίτης γενιάς στις ΗΠΑ.
Για πρώτη φορά διατέθηκεABS σε αυτοκίνητο παραγωγής στην Ιαπωνία και μάλιστα το 1986 ήταν ένα από τα λίγα παγκοσμίως αυτοκίνητα με τρικάναλο ΑBS. Επίσης, νέο ήταν και το ΤΕMS σύστημα η αλλιώς Toyota Electronically Modullated Suspension, το οποίο ήταν ηλεκτρικά ελεγχόμενηανάρτηση με ecu, ώστε να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό κράτημα και στήσιμο στηνάσφαλτο. Σε αυτό έπαιξε ρόλο και η αγωνιστικής φιλοσοφίας ανάρτηση που χρησιμοποιήθηκε, η οποία ήταν πλήρως ανεξάρτητη και αποτελούνταν από διπλά ψαλίδια εμπρός / πίσω. Multi Link arms (κόντρα μπάρες) και traction bars (μπάρες πρόσφυσης) καθώς και αντιστρεπτικές δοκούς εμπρός / πίσω, συμπλήρωναν το πακέτο, το οποίο η Toyota ανέφερε ως Race breed double wishbone independent suspension. Μπροστινά και πίσωδισκόφρενα των 302 χιλιοστών, ένα πλήρως εξελιγμένο σύστημα υδραυλικής υποβοήθησης και μια σχεδόν άριστη κατανομή βάρους 52% μπροστά και 48% πίσω, προσέφεραν καλό έλεγχο για το βαρύ αμάξωμα του νέου Supra.
Toyota Supra τρίτης γενιάς, του 1986 - 1988.
Η μετάδοση γινόταν μέσω ενός 5-τάχυτου μηχανικού κιβωτίου με overdrive ή με ένα 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο με ECT power ecu και επιλογή overdrive. Ένα 8"ιντσοδιαφορικό LSD (μπλοκέ) φροντίζει να κινεί τα βαρέως τύπου ιμιαξόνια, όπου μετά αναλαμβάνουν ρόλο τα 7½ ιντσών 16άρια ζαντολάστιχα με 225-50/16' unidirectional Goodyear. Οιζάντεςαλουμινίου είχαν ειδικούς αυλούς, για άφθονη παροχή ψυχρού αέρα σταδισκόφρενα.
Το ντιζάιν της τρίτης γενιάς του Supra θύμιζε μόνο μπροστά λίγο το προηγούμενο μοντέλο, λόγω τον αναδιπλούμενων φώτων, αλλά το συνολικό ντιζάιν ήταν σαφώς πιο σύγχρονο. Με καμπύλες και πιο τονισμένα φτερά, φαρδύτερο αμάξωμα, χαμηλότερους και επιθετικότερουςπροφυλακτήρες, έδινε μια πιο σπορ εικόνα και την αίσθηση της κίνησης, ακόμα και σταθμευμένο. Με αρκετά καλήαεροδυναμική, καθώς ο αεροδυναμικός συντελεστής Cd ήταν 0,33 σε όλες τις εκδόσεις του, ήταν ιδανικό για οδήγηση σε υψηλές ταχύτητες και στροφές σεαυτοκινητόδρομους, το φυσικό στοιχείο ενός Grand Tourer, αλλά τα πήγαινε επίσης καλά και σε κλειστούς δρόμους και στροφές.
Το προφίλ ενός Toyota Supra τρίτης γενιάς, εκδοχής Targa, μοντέλο του 1988.
Η τρίτη γενιά του Supra παραγόταν και σε έκδοσηSport roof η αλλιώςTarga top, όπου έβγαινε το κεντρικό τμήμα της μεταλλικής οροφής και τοποθετούνταν σε ειδικό χώρο, που βρισκόταν μέσα στον χώρο αποσκευών. Στην αμερικανική αγορά, υπήρχε και η επιλογή της ηλεκτρικής ηλιοροφής μετά το 1991.
Ο εξοπλισμός του ήταν υπερπλήρης για την τότε εποχή, καθώς έφερε αυτόματοκλιματισμό, cruise control, θερμαινόμενα και ηλεκτρικά ρυθμιζόμενα καθίσματα, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενους και θερμαινόμενους καθρέπτες, ηλεκτρικά παράθυρα με αυτόματο up/down, super monitor-trip computer (υπολογιστή ταξιδιού μεγάληςοθόνης), control panel στο τιμονι,αερόσακο οδηγού (από τη σεζόν του 1990 και μόνο στιςΗΠΑ), φώταομίχλης εμπρός και πίσω, τρίτο πίσω φως φρένων, υδραυλικό τιμόνι με PPS (progressive power steering, μεταβαλλόμενη ανάλογα με τηνταχύτητα υποβοήθηση), αντιθαμπωτικό πίσωπαρμπρίζ με timer, εσωτερικό φωτισμό καμπίνας, ψηφιακό ρολόι quartz,ζώνες ασφαλείας 3 σημείων, 8 ηχεία με twitters,CD-player (από το 1989), ηλεκτρική κεραία, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενα φώτα, ηλεκτρικούς πλυστήρες φώτων,Σύστημα ABS,Σύστημα ελέγχου πρόσφυσης (traction control system), TEMS ηλεκτρικήανάρτηση, κεντρικό κλείδωμα, συναγερμό κ.α.
Το «πρότζεκτ A80» ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1989 και, με την τέταρτη γενιά του Supra, ηToyota έβαλε στόχο και έκανε ένα μεγάλο άλμα προς την κατεύθυνση ενός γνήσιου αυτοκινήτου υψηλών επιδόσεων (supercar). Σκοπός ήταν να γίνει το μοντέλο πιο sport και να συναγωνίζεται τιςLamborghini,Ferrari καιPorsche, και τελικώς το κατάφερε. Αναγκαίες προϋποθέσεις ήταν να αυξηθεί η ιπποδύναμη και να μειωθεί τοβάρος του αμαξώματος, καθώς ο προκάτοχος Α70 είχε αρκετό βάρος. Κατά συνέπεια, έπρεπε αυτόματα να αφαιρεθεί και κάθε μη απαραίτητο στοιχείο εξοπλισμού της προηγούμενης γενιάς. Ενώ έγινε εκτεταμένη χρήσηπλαστικών υλικών καιαλουμινίου, ωστόσο το βάρος παρέμεινε σχετικά υψηλό, καθώς μειώθηκε μόνο κατά 70 κιλά σε σχέση με τον προκάτοχό του. Βέβαια είχε πάρει βάρος και από την χρήση νέου και εξελιγμένου εξοπλισμού, όπως μεγαλύτερα ζαντολάστιχα, μεγαλύτερα και ισχυρότερα φρένα, διπλά τούρμπο, 4-καναλοΣύστημα ABS (η 3η γενιά είχε 3-κάναλο),Σύστημα ελέγχου πρόσφυσης (traction control system) και άλλα. Το μοντέλο με turbo εξοπλίστηκε με ένα 6-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο ταχυτήτων και έναδιαφορικό τύπου LSD της Torsen.
Εξωτερικά, η μοναδική διαφορά της turbo σε σύγκριση με την απλή ατμοσφαιρική έκδοση, ήταν οιζάντες 17 ιντσών, με τα μεγαλύτεραελαστικά, τα εμφανώς μεγαλύτερα φρένα και η άκρως εντυπωσιακή μεγάλη πίσω αεροτομή, που ήταν η πρώτη του είδους σε αυτοκίνητο παραγωγής. Η δοκιμαστική προ-παραγωγή άρχισε τον Δεκέμβριο του 1992, με 20 πρωτότυπα, και η επίσημημαζική παραγωγή ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1993. Μάλιστα όταν κυκλοφόρησε στην αγορά ήταν και το πρώτο μοντέλο της Toyota που είχε στάνταρ και τοναερόσακο του συνοδηγού (μαζί φυσικά με τον αερόσακο οδηγού), αν και τα πρώτα χρόνια αυτό ίσχυε μόνο στα αυτοκίνητα που διατέθηκαν στιςΗΠΑ και σε ελάχιστες ακόμα χώρες, όπως στηΓερμανία και στηνΕλβετία.
Η εξωτερική εμφάνιση επανασχεδιάστηκε ριζικά και έγινε έντονα καμπυλωτή, ενώ απέκτησε και αμυγδαλωτούς μπροστινούς προβολείς, καταργώντας τα αναδιπλούμενα φώτα, και τοποθετήθηκαν δύο νέοικινητήρες:
Ο πρώτος ήταν ο στάνταρ 2JZ - GE, μεισχύ 220 hp στις 5.800 στροφές το λεπτό (225 hp από το 1998).
Ο δεύτερος ήταν ο bi-turbo 2JZ - GTE, μεισχύ 280 hp για την ιαπωνική εκδοχή (λόγω της τότε ιαπωνικής νομοθεσίας που απαιτούσε μέγιστο όριο ισχύος 280 hp στα εγχώρια μοντέλα) και 330 hp στις υπόλοιπες χώρες.
Για τα μοντέλα εξαγωγής (σεΒόρεια Αμερική καιΕυρώπη) η Toyota αναβάθμισε τους μικρότερους, απόχάλυβα, στροβιλοσυμπιεστές των κινητήρων turbo (μεγαλύτεροι εγχυτήρες καυσίμων, κ.λπ.). Αυτό αύξησε τηνισχύ σε 330 hp στις 5.600 στροφές το λεπτό και τηνροπή στρέψης σε 427 Ν·m στις 4.000 στροφές το λεπτό. Η έκδοση αυτή μπορούσε να επιτύχει 0-100 km/h σε μόλις 4,6 δευτερόλεπτα και να διασχίσει το 1/4 του μιλίου (402 μέτρα) σε 13,1 δευτερόλεπτα, φτάνοντας έως τότε ταχύτητα 109 mph (175 km/h). Η έκδοση turbo εξελίχθηκε για να φθάνει ταχύτητες άνω των 291 km/h (181 mph), αλλά στην πράξη τα αυτοκίνητα είχαν ηλεκτρονικό «κόφτη» της τελικήςταχύτητας στα 180 km/h (112 mph) στηνΙαπωνία (λόγω της ιαπωνικής νομοθεσίας για τα εγχώρια μοντέλα στη χώρα αυτή) και 250 km/h (155 mph) στις άλλες χώρες. Οι ευρωπαϊκές εκδοχές είχαν επίσης έναν αεραγωγό εισαγωγής στο καπό. Οαεροδυναμικός συντελεστής Cd ήταν 0,31 για τα ατμοσφαιρικά μοντέλα και 0,32 για τα turbo, ενώ δεν ανακοινώθηκε επίσημη τιμή για τα μοντέλα με την πίσω αεροτομή.
Το πίσω μέρος της Toyota Supra 4ης γενιάς. Πρόκειται γιαδεξιοτίμονη ιαπωνική έκδοση που εισήχθη στις ΗΠΑ ως μεταχειρισμένο, από παράλληλο εισαγωγέα.
Όπως προαναφέρθηκε, ηToyota είχε λάβει μέτρα για να μειώσει τοβάρος του μοντέλου, σε σύγκριση με το προηγούμενο. Τοαλουμίνιο χρησιμοποιήθηκε για το καπό, την οροφή targa (αν είχε παραγγελθεί με αυτήν), τα καλύμματα βάσεων του κινητήρα, του κάρτερ και του συστήματος μετάδοσης, καθώς και τους άνω βραχίονες τηςανάρτησης. Άλλα μέτρα περιελάμβαναν τα χωνευτά μπουλόνια, τις λεπτές ίνες στα δάπεδα, το τιμόνι απόμαγνήσιο, την πλαστική δεξαμενή καυσίμων και το κάλυμμα του πορτ-μπαγκάζ, καθώς και ενιαίο σωλήνα εξάτμισης. Παρά την ύπαρξη νέων στοιχείων εξοπλισμού, όπως οι 2 μπροστινοίαερόσακοι οδηγού και συνοδηγού, τοΣύστημα ελέγχου πρόσφυσης (traction control system), τα μεγαλύτερα φρένα, οι μεγαλύτεροι τροχοί και ένα πρόσθετο turbo, το αυτοκίνητο ήταν τουλάχιστον κατά 90 κιλά (200 λίμπρες) ελαφρύτερο από τον προκάτοχό του. Ειδικότερα:
Το βασικό μοντέλο είχεβάρος 1.460 κιλά (3.210 λίμπρες) με χειροκίνητο κιβώτιο ταχυτήτων. Η σπορ οροφή προσέθετε 18 κιλά (40 λίμπρες), ενώ το αυτόματο κιβώτιο προσέθετε άλλα 25 κιλά (55 λίμπρες). Οι μπροστινοί τροχοί υποστήριζαν το 51% του βάρους και οι πίσω το 49%.
Το turbo είχεβάρος 1.590 κιλά (3.505 λίμπρες) με χειροκίνητο κιβώτιο, ενώ το αυτόματο κιβώτιο προσέθετε άλλα 4,5 κιλά (10 λίμπρες). Οι μπροστινοί τροχοί υποστήριζαν το 53% του βάρους και οι πίσω το 47%.
Toyota Supra twin turbo του 1994, δίπλα στο δρόμο River Road τουΛούισβιλ,Κεντάκι,ΗΠΑ.
Το Supra τέταρτης γενιάς επιτύγχανε μια αξιοσημείωτη πλευρικήεπιτάχυνση (πλευρική G) 0,95 (200 ft) ή 0,98 πλευρικής G (300 ft), που οφείλονταν εν μέρει σε μια διαδρομή 4 καναλιών. Οι 4 αυτοί αισθητήρες συντόνιζαν τοΣύστημα ABS με τον έλεγχο παρεκκλίσεων, στον οποίο τα φρένα ελέγχονται ξεχωριστά, σύμφωνα με τηνταχύτητα και την γωνία προσέγγισης.
Αυτό το μοναδικό σύστημα φρένων, εμπνευσμένο από τηνΦόρμουλα 1, προσέφερε στο turbo την εκπληκτική απόσταση φρεναρίσματος των μόλις 45 μέτρων (149 ποδών) από τα 70 μίλια την ώρα (113 χιλιόμετρα την ώρα) έως την ακινητοποίηση. Ήταν η καλύτερη απόδοση φρεναρίσματος οποιουδήποτε αυτοκινήτου παραγωγής που δοκιμάστηκε το 1997 από το αμερικανικό περιοδικό Car & Driver. Το ρεκόρ αυτό τελικώς καταρρίφθηκε μόλις το 2004 κατά 0,91 μέτρα (3 πόδια) από τηνPorsche Carrera GT.
Τα turbo εφοδιάστηκαν με τροχούς μεελαστικά διαστάσεων 235/45/17 μπροστά και 255/40/17 πίσω. Τα στάνταρ μοντέλα εφοδιάστηκαν με τροχούς μεελαστικά 225/50/16 μπροστά και 245/50/16 πίσω. Όλα τα οχήματα εξοπλίστηκαν με 5-άκτινεςζάντεςαλουμινίου και εφεδρικό τροχό με ζάντα τύπου«ντόνατ» από χάλυβα για να εξοικονομηθείβάρος και χώρος. Επιπλέον, υπήρχαν και άλλες διαφορές στο διαφορικό του οπίσθιου άξονα, τα καλύμματα των προβολέων, τον κορμό των ρυθμιστικών των βαλβίδων, τον ελαιοψυκτήρα και στο πλήθος των πρόσθετων αισθητήρων που διέθεταν τα turbo, οι οποίοι δεν υπήρχαν στα στάνταρ μοντέλα.
Το ταμπλό ενός Toyota Supra MkIV twin turbo. Φαίνεται η οδηγοκεντρική σχεδίασή του.
Ειδικότερα τη σεζόν του 1996, στα μοντέλα που πωλούνταν στιςΗΠΑ, η έκδοση turbo ήταν διαθέσιμη μόνο με το 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο, μην προσφέροντας το 6-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, επειδή το χειροκίνητο δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις προδιαγραφές καυσαερίων OBD-ΙΙ. Επίσης, η οροφή targa έγινε στάνταρ σε όλα τα μοντέλα turbo.
Τη σεζόν του 1997, η χειροκίνητη μετάδοση επανήλθε ως επιλογή για την έκδοση turbo, μαζί με έναν επανασχεδιασμό των πίσω φώτων, των προβολέων, της μπροστινής λωρίδας, επιχρωμίωση στους τροχούς και άλλες κοσμητικές αλλαγές όπως η επανασχεδίαση του τιμονιού και του συστήματοςραδιο-CD. Η έκδοση SZ-R βελτιώθηκε επίσης, με την εισαγωγή ενός νέου 6-τάχυτου μηχανικού κιβωτίουGetrag V161, το ίδιο που χρησιμοποιήθηκε για τα μοντέλα RZ (που διέθεταν διπλό τούρμπο). Όλες οι εκδόσεις του 1997 έλαβαν τα διακριτικάLimited Edition 15th Anniversary (15η Επέτειος).
Ο πίνακας οργάνων ενός Toyota Supra 4ης γενιάς. Πρόκειται για έκδοση twin turbo, όπως φαίνεται από το ταχύμετρο με μέγιστη ένδειξη 300 χιλιόμετρα την ώρα.
Τη σεζόν του 1998, που ήταν η τελευταία που διατέθηκε στις ΗΠΑ, τοραδιόφωνο και το τιμόνι επανασχεδιάστηκαν για άλλη μια φορά. Ο βασικός κινητήρας ενισχύθηκε με το σύστημαVVT-I που αύξησε τηνισχύ κατά 5 hp. Η έκδοση με το turbo δεν ήταν πλέον διαθέσιμη στηνΚαλιφόρνια, τοΝιού Τζέρσεϊ, τηνΝέα Υόρκη και τηνΜασαχουσέτη, λόγω των αυστηρότερων κανονισμών εκπομπών καυσαερίων. ΣτηνΙαπωνία, οι κινητήρες turbo συνδυάστηκαν επίσης με το VVT-I.
Λόγω της δύναμης τουκινητήρα turbo, η σειρά 2JZ του 1994 - 1996 παραμένει ακόμα και σήμερα δημοφιλής για μετατροπές. Αποτελεί μια από τις πλέον αξιόπιστες βάσεις για βελτιώσεις και υπάρχουν πολλά μοντέλα μειπποδυνάμεις που ξεπερνάνε τους 1.000 ίππους και τα άκρως κορυφαία φτάνουν ακόμα και έως τους 3.000 ίππους. Ακόμα και τα χωρίς turbo αυτοκίνητα, πάντως, είχανεπιτάχυνση 0-100 km/h σε μόλις 6,2 δευτερόλεπτα και επίσημη εργοστασιακή ιπποδύναμη 220 hp.
Οι πωλήσεις στονΚαναδά σταμάτησαν το 1997 (δεν υπήρξε κανένα Supra της σεζόν του 1996) και στιςΗΠΑ το 1998. Η παραγωγή όλων των εξαγωγικών εκδόσεων έληξε τον Οκτώβριο του 1998, αλλά συνεχίστηκε στηνΙαπωνία έως τον Αύγουστο του 2002, οπότε και διακόπηκε λόγω των αυστηρότερων κανονισμών εκπομπής καυσαερίων που έπρεπε να υιοθετηθούν έως το 2003.
Η πέμπτη γενιά του Supra παρουσιάστηκε στο Διεθνές Σαλόνι Αυτοκινήτου της Βόρειας Αμερικής στοΝτιτρόιτ τον Ιανουάριο του 2019, ως μοντέλο της σεζόν (model year) του 2020. Το αυτοκίνητο δημιουργήθηκε από μια συνεργασία μεταξύ τηςToyota και τηςBMW για την παραγωγή της Supra και τηςBMW Z4. Το Supra, ωστόσο, οδηγείται και χειρίζεται πολύ διαφορετικά από την Z4. Μόνο το πλαίσιο και οκινητήρας είναι τα ίδια. Μετά από την εξέλιξη με την BMW, η Toyota άρχισε να δουλεύει αποκλειστικά με την Supra χωρίς να έχει καμία επιρροή από τη BMW.
Το πρώτο μοντέλο παραγωγής δημοπρατήθηκε στην τιμή των 2,1 εκατομμυρίωνδολαρίων ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 2019. Ημαζική παραγωγή του αυτοκινήτου ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2019 και οι πωλήσεις ξεκίνησαν στο δεύτερο τρίμηνο του 2019, με τιμή στα 50.920 δολάρια στιςΗνωμένες Πολιτείες, με την τότε ισοτιμία.[11]
Το σημερινό Supra τροφοδοτείται από δύο επιλογές κινητήρωνβενζίνης, που προέρχονται από τηνBMW: έναν turbo 4-κύλινδρο σε σειρά κινητήρα 2.0 λίτρων ή έναν turbo 6-κύλινδρο σε σειρά 3.0 λίτρων. Ο κινητήρας 2.0 λίτρων έχει απόδοση ισχύος 194 - 255 hp, ενώ ο κινητήρας 3.0 λίτρων έχει απόδοση ισχύος 335 hp, με την ισχύ να αποστέλλεται στους πίσω τροχούς μέσω ενός αυτόματου κιβωτίου 8 ταχυτήτων, το ZF 8HP. Αυτή τη στιγμή δεν προσφέρεται επιλογή χειροκίνητου κιβωτίου ταχυτήτων. Το μοντέλο των 2.0 λίτρων μπορεί να επιταχύνει από τα 0-100 km/h σε 5,2 έως 6,5 δευτερόλεπτα, ενώ το μοντέλο των 3.0 λίτρων μπορεί να επιταχύνει από τα 0-100 km/h σε 4,1 δευτερόλεπτα, δηλαδή 1,1 δευτερόλεπτα ταχύτερα από την υπερσυμπιεσμένη έκδοση του A80 Supra και έχει ηλεκτρονικά περιορισμένη τελικήταχύτητα στα 250 km/h (155 mph).