ΟΤαρν-ε-Γκαρόν (γαλλικά:Tarn-et-Garonne,οξιτανικά:Tarn e Garona[3]) είναι νομός στη διοικητική περιοχήΟξιτανία, στα νοτιοδυτικά τηςΓαλλίας. Διαρρέεται από τους ποταμούςΤαρν καιΓκαρόν, από τους οποίους έλαβε το όνομά του. Τα εδάφη του νομού αποτελούσαν τμήμα των ιστορικών επαρχιώνΚερσί καιΛανγκεντόκ.
Ο νομός δημιουργήθηκε το 1808 από τονΝαπολέοντα Βοναπάρτη, από τμήματα των νομώνΛοτ,Ωτ-Γκαρόν,Λοτ-ε-Γκαρόν,Ζερς καιΑβερόν. Είναι κυρίως αγροτικός με γόνιμη γεωργική γη στην ευρεία κοιλάδα των ποταμών, που πλαισιώνονται από ημιορεινές περιοχές. Πρωτεύουσα είναι τοΜοντωμπάν και μεγάλες κοινότητες οιΚαστελσαραζέν, Μολιέρ, Κωσάντ, Βαλάνς-ντ-Αζάν και η μεσαιωνική κοινότητα Λωζέρτ.
Ο πληθυσμός του νομού ανέρχεται σε 256.897 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2016. Έχει έκταση 3.718τετραγωνικά χιλιόμετρα και διοικητικά αποτελείται από 2 διαμερίσματα. Η INSEE και το ταχυδρομείο του αποδίδουν τον κωδικό 82.
Έως το 2016 ανήκε στην περιοχή Μιντί-Πυρηναία, η οποία συνενώθηκε με τοΛανγκεντόκ-Ρουσιγιόν και πλέον αποτελούν τη νέα διοικητική περιοχήΟξιτανία.
Οι κάτοικοι του νομού ονομάζονταιΤαρν-ε-Γκαροναί.[4]
Ο νομός Ταρν-ε-ΓκαρόνΘέση του νομού Ταρν-ε-Γκαρόν στηνΟξιτανία
Ο νομός Ταρν-ε-Γκαρόν αποτελεί τμήμα της διοικητικής περιοχήςΟξιτανία, στη νότια Γαλλία. Συνορεύει με τους νομούς:Λοτ προς τα βόρεια,Αβερόν στα βορειοανατολικά,Ταρν προς τα ανατολικά,Ωτ-Γκαρόν προς τα νότια καιΖερς καιΛοτ-ε-Γκαρόν προς τα δυτικά.
Ο πληθυσμός του νομού ανέρχεται σε 256.897 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2016. Έχει έκταση 3.718 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Η πρωτεύουσα του νομού είναι τοΜοντωμπάν που βρίσκεται 50 χιλιόμετρα βόρεια της Τουλούζ και 544 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Παρισιού.[5]
Το Μοντωμπάν είναι χτισμένο στη δεξιά όχθη του ποταμού Ταρν, στη συμβολή του με τον ποταμό Τεσκού. Ο Ταρν διασχίζει την πρωτεύουσα και συμβάλλει με τονΑβερόν περίπου 10 χιλιόμετρα πιο κάτω. Η δεύτερη μεγαλύτερη κοινότητα στο νομό είναι ηΚαστελσαραζέν, η οποία βρίσκεται κοντά στη συμβολή του Ταρν και του ποταμού Γκαρόν.[6] Το Μοντωμπάν συνδέεται με τον Γκαρόν μέσω του καναλιού του Μοντές, μήκους 11 χιλιομέτρων.[7]
Το κεντρικό τμήμα του νομού είναι μια ευρεία κοιλάδα που σε υψόμετρο δεν υπερβαίνει τα 150 μέτρα, αλλά κοντά στην κοινότητα Βαλάνς-νρ'Αζάν, στη δυτική άκρη του νομού, η κοιλάδα στενεύει από τους πρόποδες των ημιορεινών περιοχών του Κάτω-Κερσί στα βόρεια και της Λομάνι στα νότια. Στα βορειοανατολικά του νομού υπάρχουν υψώματα με τη μορφή ασβεστολιθικών οροπεδίων γνωστών ως Κως, τμήμα τουΚεντρικού Ορεινού Όγκου (Μασίφ Σαντράλ).[6] Τα φαράγγια τουAβερόν στην περιοχή Σαιντ-Αντουάν-Νομπλ-Βαλ[8] προσελκύουν πολλούς τουρίστες για το τοπίο και τις προτεινόμενες δραστηριότητες (κανό, πεζοπορία κ.λπ.).[9]
Το υψηλότερο σημείο του νομού, στα 510 μέτρα, είναι το Πες Μωρέλ και βρίσκεται στην κοινότητα Καστανέ.
Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής εποχής, τοΚερσί αποτελούσε τμήμα της επαρχίας Ακουιτανίας Πρίμα και ο Χριστιανισμός εισήχθη κατά τον 4ο αιώνα. Στις αρχές του 6ου αιώνα η περιοχή κατελήφθη από τουςΦράγκους και τον 7ο αιώνα έγινε μέρος του αυτόνομουδουκάτου της Ακουιτανίας. Στα τέλη του 10ου αιώνα ηγέτες της ήταν οι ισχυροί κόμητες της Τουλούζης. Κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας κατά την βασιλεία τουΕρρίκου Β' της Αγγλίας, οι Άγγλοι έθεσαν φρουρές στο νομό, και με τη Συνθήκη του Παρισιού το 1259, το κάτω Κερσί περιήλθε στον έλεγχο της Αγγλίας. Οι βασιλιάδες τόσο της Αγγλίας όσο και της Γαλλίας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου προσπάθησαν να προσεταιρισθούν την εύνοια της περιοχής επαυξάνοντας τα προνόμια των πόλεων. Το 1360 με τηΣυνθήκη του Μπρετινί ολόκληρη η επαρχία Κερσί έγινε αγγλική κτήση. Ωστόσο, στη δεκαετία του 1440 οι Άγγλοι εκδιώχθηκαν τελικά από τα στρατελυματα τουΚάρολου Ζ' της Γαλλίας. Τον 16ο αιώνα το Κερσί έγινε προπύργιο τωνΟυγενότων και σκηνικό άγριων συγκρούσεων κατά τουςΘρησκευτικούς πολέμους. Οι εμφύλιοι πόλεμοι της βασιλείας τουΛουδοβίκου ΙΓ' πραγματοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό γύρω από το Μοντωμπάν.
Μετά την ήττα τουΝαπολέοντα το 1815, η μοναρχία αποκαταστάθηκε στη Γαλλία, αλλά η δυναστεία των Βουρβόνων ανατράπηκε στην επανάσταση του Ιουλίου του 1830, η οποία καθιέρωσε τη συνταγματική μοναρχία του Ιούλη, που διήρκεσε μέχρι το 1848. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το χάσμα μεταξύ των πλουσίων αυξήθηκε, στο Μοντωμπάν, εκατοντάδες γύρισαν στην επαιτεία επειδή οι μισθοί έπεσαν, τα εργοστάσια έκλεισαν και οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν. οι ταραχές ήταν ευρέως διαδεδομένες και η κατοικία του δημάρχου λιθοβολήθηκε από οικοδόμους το 1847.[10]
Πριν τη δημιουργία των νομών στη Γαλλία το 1790, το βόρειο μισό του νομού αποτελούσε τμήμα της παλιάς επαρχίαςΚερσί και το νότιο τμήμα, μέρος τουΛανγκεντόκ. Ο νομός δεν δημιουργήθηκε μαζί με τους αρχικά 83 γαλλικούς νομούς της 4 Μαρτίου 1790. Δημιουργήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1808, κατά τηνΑ' γαλλική αυτοκρατορία, με απόφαση του Ναπολέοντα.[11] Ο αυτοκράτορας είχε προσκληθεί να επισκεφθεί την πόλη Μοντωμπάν, σημαντικό βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο την εποχή εκείνη, του οποίου ο πληθυσμός θεωρούσε ότι η πόλη ήταν αρκετά κεντρική και αρκετά σημαντική για να είναι η πρωτεύουσα ενός νέου νομού. Εντυπωσιάστηκε από την πίστη τους και ικανοποίησε το αίτημά τους.[11]
Ο νομός σχηματίστηκε από εδάφη που είχαν προηγουμένως ενταχθεί σε γειτονικούς νομούς. Περισσότερο από το μισό του νομού ελήφθη από το νομό Λοτ (με το Μοντωμπάν και το Μουασάκ), το ένα τρίτο προήλθε από το νομόΩτ-Γκαρόν (με την Καστελσαρασέν) και το υπόλοιπο από τους νομούς Λοτ-ε-Γκαρόν, Ζερς και Αβερόν.
Η οικονομία του νομού βασίζεται κυρίως στη γεωργία. Η περιβάλλουσα ύπαιθρος υποστηρίζει την αγροτική παραγωγή σε θερμοκήπια, την οινοποιία[12] και την καλλιέργεια αραβοσίτου, ελαιών και φρούτων. Το Μουασάκ με το 29% της χρησιμοποιήσιμης γεωργικής έκτασης στραμμένο στην παραγωγή φρούτων, κατατάσσεται στην πρώτη θέση περιοχών οπωροφόρων καλλιεργειών.
Η εμπορική σημασία του Moντωμπάν οφείλεται κυρίως στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων, αλόγων, θηραμάτων και πουλερικών. Υπάρχουν επίσης βιομηχανικές μονάδες, οι οποίες κατασκευάζουν υφάσματα, ενδύματα, καπέλα, αλλά και αλευροβιομηχανίες, πριονιστήρια και εργοστάσια επίπλων.
Λόγω της ευνοϊκής γεωγραφικής του θέσης (οδικό δίκτυο - A20-A62-RN 20 - σιδηροδρομικές συνδέσεις-Τουλούζ- Μπλανιάκ- αεροδρόμιο) και της εγγύτητάς του με τηνΤουλούζ, ο νομός προσελκύει πολλές εταιρείες ειδικά στον τομέα της εφοδιαστικής (zone Grand Sud Logistique) στην αεροναυπηγική, αλλά και στον κλάδο του εμπορίου και των υπηρεσιών.
Με τα τρία μεγάλα ποτάμια, τονΑβερόν, τονΤαρν και τονΓκαρόν να διασχίζουν την περιοχή, ο νομός Ταρν-ε-Γκαρόν προσφέρει μια ποικιλία από τοπία, εναλλασσόμενα ανάμεσα σε πεδιάδες και λόφους κατάφυτους με αμπελώνες και οπωρώνες, άγρια φαράγγια και ασβεστολιθικά οροπέδια. Η εξοχή, προσκαλεί τους θαυμαστές της φύσης να την εξερευνήσουν με πεζοπορία, βόλτα με άλογα, ποδηλασία ή ποδηλασία βουνού, κανό και άλλες δραστηριότητες.
Εκτός από αυτά τα φυσικά αξιοθέατα υπάρχουν κτίσματα πολιτιστικής κληρονομιάς, με μεσαιωνικές πόλεις όπως οι Μπρυνικέλ, Καϊλύς και Σαιντ-Αντονέν-Νομπλ-Βαλ, το αβαείο του Μουασάκ, καταχωρημένο ως «Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς τηςUNESCO» και το Μοντωμπάν, χαρακτηρισμένη «Πόλη τέχνης και ιστορίας».