Ησερίνη ή2-αμινο-3-υδροξυπροπανοϊκό οξύ (σύντμησηSer ήS) είναι ένα α-αμινοξύ μεσυντακτικό τύπο HO2CCH(NH2)CH2OH. Είναι ένα από ταπρωτεϊνογόνα αμινοξέα με έξικωδικόνια στονγενετικό κώδικα, τα AGU, AGC, UCA, UCU, UCG και UCC. Από χημικής άποψης κατατάσσεται σταπολικά αμινοξέα λόγω τηςυδροξυλομάδας στην πλευρική της αλυσίδα.[2] Η σερίνη διαδραματίζει σημαντικό βιολογικό ρόλο στονμεταβολισμό ως πρόδρομη ένωση για τη βιοσύνθεση πολλών άλλων ενώσεων, αλλά και στους χημικούς μηχανισμούς ενζυμικών καταλύσεων λόγω της συμμετοχής της στα ενεργά κέντρα πολλώνενζύμων.
Η σερίνη έχει ένα στερεογενές κέντρο, τον άνθρακα στη θέση 2, και επομένως απαντάται σε δύο εναντιομερή: τηνD-σερίνη και τηνL-σερίνη. Μόνο ηL-σερίνη βρίσκεται στους βιολογικούς οργανισμούς.
Η σερίνη δεν είναι διαιτητικώςαπαραίτητο αμινοξύ, με την έννοια ότι ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να συνθέσει σερίνη από άλλες διαθέσιμες ενώσεις. Η βιοσύνθεση της σερίνης ξεκινά με την οξείδωση του3-φωσφογλυκερικού οξέος, ενός ενδιαμέσου τηςγλυκόλυσης, σε3-φωσφοϋδροξυπυροσταφυλικό. Αυτό μετατρέπεται μέσωτρανσαμίνωσης σε3-φωσφοσερίνη, από την οποία λαμβάνεται ηL-σερίνη μευδρόλυση.
Ως δομικό στοιχείο στη συγκρότηση των πολυπεπτιδικών αλυσίδων τωνπρωτεϊνών, η σερίνη έχει την ιδιότητα να υπόκειται σε τροποποιήσεις της πλευρικής της αλυσίδας, όπως ηγλυκοζυλίωση. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η δυνατότητα μετατροπής της σερίνης σεφωσφοσερίνη μεφωσφορυλίωση της υδροξυλομάδας και μετατροπή του αμινοξέος σε φωσφορικό εστέρα.