ΗΚόρδοβα (ισπ.Córdoba,αραβ.قرطبه Qurţuba) είναι πόλη στα νότια τηςΙσπανίας. Σταελληνικά απαντάται και ωςΚορδούη ήΚορδύβη στις αρχαίες πηγές[5][6]. Βρίσκεται στις όχθες του ποταμούΓουαδαλκιβίρ και αποτελεί πρωτεύουσα τηςομώνυμης επαρχίας της Κόρδοβας. Έχει 325.453 κατοίκους. Είναι έδρα επισκοπής.
Η Κόρδοβα γνώρισε μεγάλη ακμή από το756 και καθ' όλη τη διάρκεια του 8ου αιώνα μ.Χ., όταν γνώρισε την εξουσία των Μαυριτανών και έγινε πρωτεύουσαΕμιράτου τουΑμπντ αλ Ραχμάν Γ΄ (912-961). Ήταν περίφημη για τα δέρματα της (cordwainer) και για τους αργυροχόους της, οι οποίοι λέγεται ότι προέρχονταν από τηΔαμασκό. Σήμερα, η οικονομία της βασίζεται στην απόσταξη οινοπνευματωδών ποτών και στην χειροτεχνία (προϊόντα απόμαλλί,λινό καιμετάξι).
Ο ρωμαϊκός ναός στην ΚόρδοβαΤο εσωτερικό του Τεμένους της Κόρδοβας
Η πόλη ιδρύθηκε από τουςΡωμαίους το169 π.Χ. και ονομαζότανCorduba (εξελλ.Κορδούη), πρωτεύουσα της επαρχίας τηςΒαιτικής, η πρώτη αποικία που ίδρυσαν οι Ρωμαίοι σε εκείνη την περιοχή[7]. ΟΣτράβων μας πληροφορεί ότι δυο ήταν οι μεγαλύτερες σε δόξα και ισχύ πόλεις τηςΧερσονήσου: η Κόρδοβα, που ιδρύθηκε από το Κλαύδιο Μάρκελλο, και ταΓάδειρα, η πρώτη λόγω του εδάφους και της έκτασής της και η δεύτερη λόγω του εμπορίου της και της συμμαχίας της με τους Ρωμαίους[7].
Το όνομα της πόλης μάλλον έχεικαρχηδονιακή προέλευση. Λόγω του μεγάλου αριθμού ευγενών ανάμεσα στους αποικιστές, η πόλη κέρδισε τον τίτλο της Πατρικίας. Τον 1ο αιώνα π.Χ., η πόλη βοήθησε τους γιους τουΠομπήιου εναντίον τουΙουλίου Καίσαρα, στον οποίο όμως κατέληξε μετά την μάχη στη Μούντα το45 π.Χ., οπότε και εκδικήθηκε την αντίστασή της, οδηγώντας στη σφαγή 20.000 κατοίκους. Ο επίσκοπος Όσιος από την Κόρδοβα συμμετείχε στηνοικουμενική σύνοδο της Νικαίας, το325, καθώς και στη σύνοδο της Σαρδικής, το343.
Από τηρωμαϊκή εποχή της πόλης σώζονται η ρωμαϊκή γέφυρα, ο ναός τουΚλαύδιου Μαρκέλλου κ.ά. Μετά την πτώση τηςΡωμαϊκής Αυτοκρατορίας, από τον 5ο μέχρι και τις αρχές του 8ου αιώνα την πόλη κατείχανΒησιγότθοι βασιλείς, αλλά μέχρι τον 8ο αιώνα άρχισε να κερδίζει έδαφος η ισλαμική εξάπλωση από τηΒόρεια Αφρική και το711 καταλήφθηκε από τους μουσουλμάνους[8].
Υπό τους Μαυριτανούς Άραβες, η Κόρδοβα αποτελούσε πρώτα τμήμα τουΧαλιφάτου της Δαμασκού, αλλά μετά το756 οΑμπντ αλ-Ραχμάν Α΄ την έκανε πρωτεύουσα της Μαυριτανικής Ισπανίας.
Την μεγάλη της ακμή, η οποία αντικατοπτρίζεται και στα εντυπωσιακά οικοδομήματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, τη γνώρισε η πόλη όταν ήταν πρωτεύουσα τουΕμιράτου της Κόρδοβας των Ομεϋαδών υπό τονΑμπντ αλ-Ραχμάν Γ΄, το929, και είχε πληθυσμό που έφτανε τους 500.000 κατοίκους[9]. Την εποχή εκείνη και για τον τότε γνωστό κόσμο, ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη μετά τηνΚωνσταντινούπολη, γι' αυτό άλλωστε και την αποκαλούσανΚόσμημα καιΚωνσταντινούπολη της Δύσης[10][11].
Το13ο αιώνα, η Κόρδοβα πέρασε και πάλι στα χέρια των Χριστιανών κατά την ισπανικήΡεκονκίστα (1236,Φερδινάνδος Γ´ της Καστίλης), αλλά σαν πόλη είχε ήδη αρχίσει να χάνει το παλιό της μεγαλείο από τον11ο αιώνα, όταν αποτέλεσε το μήλον της έριδος ανάμεσα σε αντιμαχόμενες δυναστείες που ήθελαν να διαδεχτούν τη γραμμή του αρ Ραμάν.
Ο ερχομός των Ισπανών στην εξουσία περισσότερα επιτάχυνε παρά ανέκοψε την παρακμή των τεχνών, της οικονομίας και του πληθυσμού της πόλης. Κατά τον19ο αιώνα, η Κόρδοβα προσπαθούσε να ανακάμψει από την καταστροφή του1808, όταν οιΓάλλοι εισέβαλαν και ερείπωσαν την πόλη.
Η Κόρδοβα στηνΙσπανία ανέπτυξε την κατάρτιση και θεσμοθέτηση του πρώτου Κανονισμού Συμμετοχής των Πολιτών. Το1986, ο Κανονισμός διευρύνθηκε ενσωματώνοντας τη λειτουργία των Τοπικών και Κλαδικών Συμβουλίων και την δημιουργία του Συμβουλίου του Κινήματος των Πολιτών. Το1991, αναπτύχθηκε ένα Δίκτυο Δημοτικών Κέντρων και το2001 η Κόρδοβα ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή πόλη που υιοθέτησε τονσυμμετοχικό προϋπολογισμό[12].
Η πόλη διατηρεί σαν κυρίαρχο το αραβικό στοιχείο στην αρχιτεκτονική της.
Το πιο σημαντικό μνημείο της πόλης είναι ο καθεδρικός ναός τηςΜεθκίτα της Κόρδοβας (στααραβικάτζαμί), αρχαίο μουσουλμανικότέμενος που χτίστηκε το785 και μέχρι τις μέρες μας αποτελεί δείγμα "ένωσης" τουχριστιανικού με τοισλαμικό στοιχείο. Είναι το μεγαλύτερο ισλαμικό τέμενος της Ευρώπης και παγκοσμίως: έχει 19 νάρθηκες και διπλή καμάρα με 856 κολόνες, οι οποίες έχουν κατασκευαστεί βάσει διαφορετικών αρχιτεκτονικών ρυθμών. Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Χριστιανούς το 13ο αιώνα, το τέμενος μετατράπηκε στον Καθεδρικό ναό της πόλεως και αργότερα ξανακτίστηκε μερικώς.
Ήταν κατά τη διάρκεια της βασιλείας τουΑλφόνσου ΙΑ΄ της Καστίλης, οπότε και χτίστηκε και τοανάκτορο Αλκάθαρ (ή Αλκαζάρ) πάνω στα προϋπάρχοντα τείχη του παλιότερουμαυριτανικού κάστρου.[13]. Το Αλκάθαρ ήταν αρχικά φρούριο χριστιανών μοναχών το1328, το οποίο αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως παλάτι από τονΑλφόνσο ΙΑ΄.
Διατηρείται ακόμη επίσης μιαρωμαϊκή γέφυρα (Puente Romano), η οποία κατασκευάστηκε από τον αυτοκράτοραΑύγουστο, μια παλιά συναγωγή, μια από τις τρεις που υπάρχουν στην Ισπανία, ταΑναγεννησιακά Παλάθιο ντε Βιάνα και το Παλάτι των Δουκών, η Μεντίνα Αζαχάρα (10ος αιώνας), το Κάστρο Αλμοδόβαρ, που χτίστηκε από τουςΆραβες το760 και αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως βασιλική κατοικία, τα λουτρά του χαλιφάτου και η εβραϊκή συνοικία Τζουντερία.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης βρίσκονται ρωμαϊκά αγάλματα και μωσαϊκά, καθώς και εκθέματα από τομαυριτανικό πολιτισμό.
Στην Galería de la tortura (Μουσείο Βασανιστηρίων), ο επισκέπτης βλέπει τον τρόπο με τον οποίο βασανίζονταν οι συλληφθέντες από τον 13ο έως τον 19ο αιώνα, ενώ στο Μουσείο Καλών Τεχνών υπάρχουν πίνακες τωνΓκόγια,Μουρίγιο καιΧουάν Ντε Βαλντές Λεάλ.
Το Museo Vivo de Al-Ándalus αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο οιΕβραίοι, οιΜουσουλμάνοι και οιΧριστιανοί συμβίωσαν ειρηνικά στην πόλη της Κόρδοβας.